Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Σταύρωση


Σταύρωση   

Σταυρωμένος τη θεία μοναξιά σου
                                                       αιωρείσαι
Στου σύμπαντος τη μαύρη ψύχρα
                                         Πονάς ανθρώπινα
αγναντεύοντας βουνά και θάλασσες
                                                      Περιμένεις
τους ταπεινούς ψαράδες
              να σπείρουν τη θέωση του πόνου
Πως αλλιώς, εσύ θεός,
                                     θα γίνεις άνθρωπος
                         ή μη μόνον αμαρτάνοντας;
Γι αυτό λοιπόν «Λαμά σαβαχθανί»
                                      κι η λόγχη ρωμαίου
                          να ξεσχίζει τα πλευρά σου
Ας γιορτάσουμε λοιπόν το θάνατο
                 Εκεί στο σταυρό η αντοχή σου!
Λαμά σαβαχθανί λοιπόν
                   όταν σ’ εγκαταλείπουν οι θεοί
Κι ο μέγας άνθρωπος μόνος κι αδύναμος
                                   νοσταλγεί τα ουράνια
Όσο ο ταπεινός θεός
                      σταυρωμένος τη μοναξιά του
                                        νοσταλγεί τα γήινα
Λαμά σαβαχθανί λοιπόν
κι επιτέλους μόνοι και δισυπόστατοι                                 
                                                   θεάνθρωποι
να ελπίζουμε αθανασία και ανάσταση

                                    Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 24 Απριλίου 2016

Ω γλώσσα μου που θάλλεις!


Ω γλώσσα μου που θάλλεις!  

Αφού εντρυφήσω στην ερημιά
                          και πάρει νόημα η απουσία
Τύμβο θα χτίσω να στέκει αγέρωχος
                                                  στην καταιγίδα

Αφού πρόγευση θανάτου η μοναξιά
         κι η αθανασία ο γόνιμος πληθυντικός,
τις λίγες αποσκευές μου
                      από λέξεις, νότες κι αριθμούς,
θα φορτώσω  στη ράχη του ανέμου
Έτσι που κάποια μέρα γιορτινή
να τις απιθώσει στο πλατύσκαλο
                                          του μέλλοντός μας

Αφού από πηλό, σίδερο και φως
                                        η τέχνη και η γνώση,
ας θάβονται με περισσή φροντίδα και τιμές

Στους τάφους οι λέξεις,
                                 τα σχήματα κι οι αριθμοί
ωριμάζουν κι ανεβαίνουν στο φως,
πιο γευστικές και ώριμες,
       όπως παλιό κρασί από σκοτεινό κελάρι
Έτσι που μεριάζοντας το μαύρο πέπλο
                                                      του θανάτου,
μεθυσμένα καράβια
                              στου χρόνου τ’ αρχιπελάγη
να μας δείχνουν το νόημα της ζωής
                      κι όσα πολύ βαθιά αγαπήσαμε

Έτσι ακριβώς
Αφού πρόγευση θανάτου η μοναξιά
                       κι η αθανασία άσβεστος πόθος,
ας θάψω βαθιά τα τιμαλφή μου
                         σε τάφο βασιλικό κι ασύλητο,
για να πάρουν οι Άλλοι που ‘ρχονται
                                             αντίδωρο Ιστορίας
λέξεις, σχήματα και αριθμούς
                  νότες, τραγούδια και ερωτήματα
Έτσι που να ταξιδεύει ο άνθρωπος
                                                   με δυο βάρκες
              μια που ‘ρχεται και μια που φεύγει

Ω Γλώσσα μου εσύ μοναδική μου προίκα
Εσύ δάνειο και καθήκον
                             Εσύ θησαυρισμένη μοναξιά
Ω Γλώσσα μου ριζωμένη στα σωθικά μου
όπως βαθυστόχαστη ελιά σε Αττικό βράχο

Γλώσσα μου εσύ που θάλλεις μέσα μου
                         αμάραντα άνθη ελληνοσύνης  

Πως αλλιώς αλώστε
Αφού μ’ ένα δισάκι λέξεις πορεύτηκα
                                             και πολλή μοναξιά
Ένα δισάκι λέξεις σας αφήνω φεύγοντας
                                   και πολλή πολλή αγάπη
ώστε στο αρχιπέλαγος του χρόνου
                                        μαζί σας να ταξιδεύω
μεθυσμένο  καράβι κόντρα στον καιρό!  

                                         Γιάννης Ποταμιάνος


Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Όνειρα στον ήλιο

  
Όνειρα στον ήλιο  

Τα πιο όμορφα όνειρα
                             είναι τα όνειρα της μέρας
Ας πούμε όταν βλέπεις ένα πουλί
                      να πετά στον γαλάζιο ουρανό
Τότε είναι που φτερουγίζει η καρδιά σου
             και δραπετεύει για χώρες μακρινές
Εκεί που οι άνθρωποι σου λένε καλημέρα
                   σφίγγοντας δυνατά το χέρι σου
κι απ’ την καρδιά τους αναβλύζει
                                    γάργαρο το χαμόγελο
                               φωτίζοντας τη μέρα σου
Έτσι που να λες, δεν υπάρχει πια πόλεμος
                                 ούτε μίσος στις καρδιές
παρά μόνο αλληλεγγύη και αγάπη

Τα πιο όμορφα όνειρα
                      γίνονται σε ήρεμες θάλασσες
όπου οι γλάροι διασκεδάζουν τα παιδιά
                 όπως αεριωθούμενα επιδείξεων 
κι η φώκια τους γνέφει «καλώς ήρθατε
                                    στη νέα σας πατρίδα»

Τα όνειρα της μέρας, είναι πολύ δύσκολο
                              να τα κουβαλάς τη νύχτα
Είναι πιο βαριά κι απ’ τα άστρα
                     πιο φωτεινά κι απ’ το φεγγάρι
αφού μαζί τους κουβαλάνε τον Ήλιο
                                 και τη λαχτάρα για ζωή

 Τα όνειρα της μέρας, τ’ αγάπησα πολύ
           γιατί μιλάνε τη γλώσσα της ελπίδας
και πώς να ζήσει κανείς χωρίς ελπίδα
               πώς να ζήσει κανείς χωρίς όνειρα

                                     Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 17 Απριλίου 2016

Γαλουχία εν τάξη


Γαλουχία εν τάξη  

Απ’ το πρωί δασκαλεύω
                                      ένα σμάρι πουλιών
το κάθε πουλί κλεισμένο στο κλουβί του
κι όλα μαζί διαβάζουν με μια φωνή
                                       τους ίδιους στίχους
                            μετρούν τα ίδια δάχτυλα

Απ’ το πρωί μαθαίνω ένα σμάρι πουλιών
να ζωγραφίζουν το ίδιο δέντρο
    με τις ίδιες φωλιές μες στα κλαδιά του

Απ’ το πρωί ένα σμάρι πουλιών
                                    καθισμένα στη σειρά
πλέκουν αδιάφορα
με ξεθωριασμένα χρώματα
                           της μοίρας τους το πέπλο

Απ’ το πρωί ανοίγω αθόρυβα
                   τις πόρτες των κλουβιών τους
                    αλλά τα πουλιά δεν φεύγουν
κάθονται μες στα σύρματα και τιτιβίζουν
                                       ανούσια τραγούδια

Ώσπου ο ήλιος ο ηλιάτορας
                           μπαίνει απ’ το παράθυρο
                           και κλέβει τις καρδιές τους
Έτσι που τα πουλιά να κελαηδούν πια
                                                   χωρίς καρδιά
                                    μες στα κλουβιά τους
κι ένα σμάρι καρδιές
να πετάνε έξω απ’ το παράθυρο
                                      στο γαλάζιο ουρανό

                                       Γιάννης Ποταμιάνος


Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

Έκρηξη, λώρος ομφάλιος


Έκρηξη, λώρος ομφάλιος

Όταν ονειρεύομαι και φύγει τ’ όνειρο
                                   μένω ολομόναχος
Κι η μοναξιά είναι όπως πηχτό σκοτάδι
          υγρή να μου τρυπάει τα κόκκαλα

Μα στο υπόγειο κελάρι
το τρωκτικό μου γρατζουνάει τον τοίχο
Είναι η ζωή που λουφάζει στο σκοτάδι
       όπως η ελπίδα στην αγρύπνια μου,
όταν πλανώμαι  τη νυχτιά ανάμεσα
                                                  στ’ αστέρια
και πλάνα μου υπόσχονται  αθανασία
                                                     
Έχει γλυκόστυφη γεύση
              τα βράδια ο ουρανός
                               όπως ώριμο αγραπίδι
Κι η θλίψη με τη σιωπή
                                    πάντα ξωπίσω μου
                    όπως πλανήτης με φεγγάρια

Πως αλλιώς αφού η θλίψη είναι
                                    ο δικός μου δρόμος
             στο λιγοστό φως του φεγγαριού;
Η θλίψη που γεννά το αβέβαιο βήμα
                            που δεν ξέρει που πατά

Η σιωπή είναι ο δικός μου δρόμος
Η σιωπή που ψηλαφά το αβέβαιο χέρι                                        
                     ανάμεσα στα δευτερόλεπτα

Πως αλλιώς αφού κοντό το σχοινί
                 που μας δένει στον πάσσαλο;
Έτσι για να ‘ναι μικρός ο κύκλος
            στης βοσκής μας τ’ αστρολίβαδο
                                        

Πως αλλιώς
αφού πιο εύγλωττη η σιωπή
                                              απ΄ τη λαλιά
                πιο βροντερή απ’ την  έκρηξη;
Η σιωπή είναι που επωάζει λόγο

Γι αυτό θλίψη και σιωπή
                         πλέκουν φως και όνειρο
          στο υπόγειο με το πηχτό σκοτάδι
όπου μηδέν και άπειρο συνυπάρχουν
και κλώθουν το αυγό της νέας έκρηξης
Πως αλλιώς αφού ζείδωρη η έκρηξη
                 λώρος ομφάλιος με τη ζωή;

                                    Γιάννης Ποταμιάνος


Κυριακή 3 Απριλίου 2016

Μια ανατολή που επιμένει


Μια ανατολή που επιμένει  

Τραγουδάει η θάλασσα
                            στ’ αυτιά των κοχυλιών
Λίγο ακόμη πριν σταματήσει
                              ο σφυγμός της νύχτας
                σφυρίζουν οι άνεμοι τραγούδι

Κάπου εδώ κελάηδησε κι ο πετεινός
     ώρα να θυμηθούμε όσα προδώσαμε
       ώρα να θυμηθούμε τ’ αδικοχαμένα

Η νύχτα δεν νοιάζεται
                  για το ταξίδι μου στ’ αστέρια
για το τραγούδι των σειρήνων
                         στις σχισμές των βράχων
για τ’ όνειρο της φώκιας
      που παφλάζει στο θαλάσσιο θαλάμι
Η νύχτα νοιάζεται
                                  μόνο για την οιμωγή
                            τ’ αδελφοκτόνου γκιώνη
που σχίζει το σκοτεινό ουρανό
                              για να περάσει ο ήλιος

Η νύχτα φεύγει
για να φωτίσει το μαύρο ουρανό
                              το χαμόγελο του Ήλιου
Το κοφτερό δρεπάνι του φεγγαριού                          
                      θερίζει τα τελευταία όνειρα
                                                    τα ορθρινά
το αίμα τους αχνίζει στις βουνοκορφές
                           για να υποδεχτεί τη μέρα

Η νύχτα φεύγει
Η νύχτα που μου χάρισε απόψε
       μια άσπρη έρημο, μια άδεια σελίδα
αλλά και μια όαση χαμένη
                       κάπου πέρα στον ορίζοντα
                                     ανάμεσα στις θίνες
                                                    για ελπίδα

Εκεί στο περιθώριο του λευκού
                      στης όασης το μαύρο χώμα
θα σκάψω βαθειά
     να εξορύξω κρυμμένους θησαυρούς
που καρτερούν το φως του ήλιου
                                           για να λάμψουν

Λάλησε ήδη τρεις φορές ο πετεινός
                                              η νύχτα φεύγει
Η μέρα έρχεται κι ο ήλιος που μετράει
                        τα κουφάρια των ονείρων
βιάζεται να φέρει την ελπίδα
           τα χαμογελαστά μάτια των παιδιών

Μήγαρις το λυκαυγές
                     δεν διώχνει πάντα το σκοτάδι;
Μήγαρις πάντα το αίμα των ονείρων
            δεν στρώνει κόκκινο χαλί στη μέρα;

                                      Γιάννης Ποταμιάνος